Το σχολείο της Ασέας
Η λειτουργία του σχολείου στην Ασέα είχε εγκριθεί από το 1868. Τα πρώτα χρόνια όμως στεγαζόταν σε διάφορα σπίτια μέχρι που κατέληξε στην οριστική τοποθεσία. Τελικά αποφασίστηκε να χτιστεί στην κορυφή του λόφου που βρίσκεται και το Σπετσεροπούλειο άλσος. Το οικόπεδο για την ανέγερσή του δωρίθηκε το 1877 από τον τότε δήμαρχο του Δήμου Βαλτετσίου Γεώργιο Μπονάρο. Αρχικά είχε μία μόνο αίθουσα. Το έτος 1914 εγκαταλείφθηκε προσωρινά γιατί χαρακτηρίστηκε σαν ετοιμόρροπο. Η σκεπή του είχε σαπίσει. Τότε νοικιάστηκε με τη βοήθεια του κράτους η οικία του Δημητρίου Λούπα, στην οποία στεγάστηκε για μία πενταετία. Μέχρι το 1912 ήταν μονοθέσιο. Δάσκαλος εκείνη την εποχή ήταν ο Νικόλαος Καρβέλας. Με την αναβάθμισή του σε διθέσιο διορίστηκε σε αυτό και ο Χρήστος Φράγκος. Οι δύο παραπάνω δάσκαλοι έδειξαν ενδιαφέρον για να αποκτήσει η Ασέα ένα νέο και σύγχρονο διδακτήριο. Για το λόγο αυτό, και σε συνεργασία με το γυμνασιάρχη του Γυμνασίου Τρίπολης Νικόλαο Γεωργάλα, απευθύνθηκαν στο σύλλογο Ασεατών(Κανδρεβαίων) της Αμερικής. Ο σύλλογος είχε σαν έδρα εκείνη την εποχή το Youngstown του Ohio. Το διοικητικό του συμβούλιο που αποτελείτο από τους Ιωάννη Μπομπολή, Χαράλαμπο Οικονόμου και Χρήστο Οικονόμου, έκανε έκκληση σε όλους τους Ασεάτες στην Αμερική και συγκέντρωσε το σεβαστό για την εποχή ποσό των 11.000 δολαρίων. Αυτό το ποσό στάλθηκε στην επιτροπή ανέγερσης του σχολείου που αποτελείτο από τον ιερέα Δημήτριο Παπαγεωργίου, τον Γεώργιο Οικονόμου, τον Αριστείδη Δημόπουλο και τον Ιωάννη Καρβέλα. Η επιτροπή, χωρίς να γκρεμίσει τους τοίχους του παλιού διδακτηρίου, έκανε επέκταση του κτιρίου και δημιουργήθηκε το σημερινό κτήριο σε σχήμα "Γ". Το σχολείο απέκτησε τρεις αίθουσες και μόνιμη σκηνή για να δίνονται θεατρικές παραστάσεις και να πραγματοποιούνται οι σχολικές γιορτές.
Το 1920 το σχολείο αναβαθμίστηκε σε τριθέσιο και το τοποθετήθηκε σε αυτό η δασκάλα Βασιλική Λαζαροπούλου. Το 1924 αντικαταστάθηκε από τη δασκάλα Αικατερίνη Παπαδοπούλου. Το 1933, λόγω της μείωσης των μαθητών, υποβιβάστηκε σε διθέσιο και ο δάσκαλος Χρήστος Φράγκος μετατέθηκε στο χωριό Τσιτάλια Κυνουρίας. Το 1937 συνταξιοδοτήθηκε ο Νικόλαος Καρβέλας και στη θέση του τοποθετήθηκε ο δάσκαλος Παναγιώτης Γεωργάλας, ο οποίος στη συνέχεια υπηρέτησε για 30 χρόνια σε αυτό το σχολείο. Το έτος 1941, λόγω της μεγάλης έλλειψης τροφίμων, το Υπουργείο Παιδείας επέτρεψε να τοποθετούνται οι δάσκαλοι σε σχολεία στα οποία μπορούσαν να βρουν εύκολα τρόφιμα. Για το λόγο αυτό αποσπάστηκαν στην Ασέα δύο επιπλέον δάσκαλοι, ο Σταύρος Λούπας και ο Νικόλαος Κωστόγιαννης, οι οποίοι υπηρέτησαν εκεί μέχρι το 1945.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, η μετάβαση παιδιών από τα χωριά του Δήμου Βαλτετσίου προς την Τρίπολη έγινε πολύ επικίνδυνη. Για το λόγο αυτό μερικοί φιλοπρόοδοι Ασεάτες όπως ο Νικόλαος Καρβέλας και ο Ηλίας Γεωργάλας έπεισαν τις τότε υπολειτουργούσες αρχές να μεσολαβήσουν στις Κατοχικές αρχές για την ίδρυση Γυμνασίου Ασέας, σαν παράρτημα του Α' Γυμνασίου Τριπόλεως. Διδακτήριο του νεοϊδρυθέντος Γυμνασίου ορίστηκε να είναι το Δημοτικό σχολείο Ασέας που βρισκόταν στο μέσο των δεκαπέντε χωριών του Δήμου Βαλτετσίου. Εκεί μαζεύονταν παιδιά από όλα τα γύρω χωριά για να παρακολουθήσουν τα μαθήματα του Γυμνασίου. Η Ασέα προσφερόταν σαν τοποθεσία γιατί ήταν εκείνη την εποχή μεγαλοχώρι, πρώην πρωτεύουσα του δήμου Βαλτετσίου ενώ παράλληλα μπορούσε να προσφέρει καλύτερες διευκολύνσεις στους μαθητές σε σπίτια και μαγαζιά για να εξυπηρετήσουν τις περιορισμένες ανάγκες τους.
Το Γυμνάσιο Ασέας λειτούργησε σαν πλήρες μεικτό Γυμνάσιο με επτά τάξεις, τις τρεις τελευταίες του λεγόμενου Παλαιού τύπου και τις τέσσερις πρώτες του νέου τύπου. Το σύνολο των μαθητών που γράφτηκαν και φοίτησαν, προήχθησαν ή αποφοίτησαν κατά τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του ήταν περίπου 150. Ο ίδιος αριθμός μαθητών περίπου φοίτησε και το δεύτερο χρόνο. Το πρωί φοιτούσαν στο σχολείο οι μαθητές του Γυμνασίου και το απόγευμα του Δημοτικού.
Οι μαθητές που βρίσκονταν σε κοντινά χωριά σε σχέση με την Ασέα είχαν ασφαλέστερη πρόσβαση προς το σχολείο. Αντίθετα οι μαθητές που έρχονταν από τα νότια χωριά του Δήμου Βαλτετσίου, ήταν αναγκασμένοι να διασχίσουν τη σιδηροδρομική γραμμή και τον οδικό άξονα. Έτσι αντιμετώπιζαν τον κίνδυνο να συναντηθούν με τεθωρακισμένες αμαξοστοιχίες και στρατιωτικές φάλαγγες των Γερμανών και Ιταλών. Σε αυτή την περίπτωση εύκολα θα μπορούσαν να συλληφθούν σαν ύποπτοι δολιοφθοράς με τις ανάλογες συνέπειες. Η Ασέα μάλιστα θρήνησε έναν μαθητή του Γυμνασίου, το Στέργιο Οικονόμου, ο οποίος εκτελέστηκε στις Βίγλες Μεγαλόπολης αργότερα.
Οι καθηγητές που δίδαξαν στο Γυμνάσιο Ασέας, ήταν οι εξής, Δημοβαλτετσιώτες οι περισσότεροι, με τους μισούς Ασεάτες: Λαμπρόπουλος Νικόλαος Γυμνασιάρχης, Δημητρακόπουλος Γεώργιος φιλόλογος, Κόσσυβας Πέτρος θεολόγος, Κικής Αριστείδης φιλόλογος, Καρβέλας Γεώργιος φιλόλογος, Κουτσικέλλας Κωνσταντίνος μαθηματικός, Παπαδόπουλος Ιωάννης φυσικός, Ρούσσος Ιωάννης μαθηματικός. Το καλοκαίρι του 1943 το Γυμνάσιο έκλεισε για πάντα και μαζί του ένα σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία της Ασέας.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής το σχολείο λειτουργούσε από τους κατακτητές και σαν ανταρτοδικείο. Προς το τέλος του πολέμου το σχολείο είχε υποστεί πολλές ζημιές. Για την επιδιόρθωσή του βοήθησαν οικονομικά ο Δημήτριος Σπετσερόπουλος και η επιτροπή κληροδοτήματος Γεωργίου Παπαηλιού. Το 1948 μετατέθηκε στην Αθήνα η δασκάλα Αικατερίνη Παπαδοπούλου και το 1950 στη θέση της τοποθετήθηκε η Παναγιώτα Χριστοπούλου - Γκάτσου . Επειδή το σχολείο αναβαθμίστηκε πάλι σε τριθέσιο τοποθετήθηκε σε αυτό και η δασκάλα Ελένη Χαραλαμποπούλου. Πολλοί δωρητές πρόσφεραν στο σχολείο. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Ηλίας Λυμπερόπουλος που έμενε στην Αμερική, ο οποίος πρόσφερε έναν κήπο δίπλα στο σχολείο, ο οποίος καλλιεργείτο για χρόνια από τους μαθητές. Τα επόμενα χρόνια ο πληθυσμός της Ασέας μειωνόταν συνεχώς με αποτέλεσμα τη συνεχή διαρροή μαθητικού δυναμικού από το σχολείο. Για το λόγο αυτό έκλεινε κάποιες χρονιές ή μεταφερόταν στην Κάτω Ασέα ή συγχωνευόταν με σχολεία σε άλλα χωριά.
Νέα ζωή έδωσε η λειτουργία του σαν Νηπιαγωγείο από το 2007, όπου συγκέντρωσε 8 παιδιά από την Ασέα και τα γύρω χωριά.
Στην Κάτω Ασέα το Δημοτικό σχολείο ιδρύθηκε το έτος 1955 και λειτούργησε μέχρι το 1962. Το έτος 1969 επαναλειτούργησε. Έκλεισε οριστικά το 1975 λόγω έλλειψης μαθητών. Την περίοδο που λειτούργησε στεγαζόταν σε ιδιωτικό κτήριο, απέναντι από το Ταχυδρομείο ενώ κατά μέσο όρο φοιτούσαν σε αυτό 10 μαθητές το χρόνο.